Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009

ΑΥΘΑΙΡΕΤΗ ΔΟΜΗΣΗ : ΕΙΔΙΚΟ ΘΕΜΑ ΑΥΘΑΙΡΕΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΣΕ ΤΜΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ (ΗΜΙΥΠΑΙΘΡΙΟΙ ΧΩΡΟΙ - ΚΛΕΙΣΤΟΙ ΧΩΡΟΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ (Pilotis) – ΜΕΣΟΠΑΤΩΜΑΤΑ

Η αντιμετώπιση της «αυθαίρετης δόμησης» στην Ελλάδα είναι ένα διαχρονικό φαι-νόμενο που δημιουργεί περισσότερα προβλήματα (Περιβαλλοντικά, Οικονομικά, Κοινωνικά) από εκείνα που στην πράξη καλείται να αντιμετωπίσει (ζητήματα κοινωνικής και οικονο-μικής καθημερινότητας και διαβίωσης).

ΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
Η συντεταγμένη Πολιτεία διαχρονικά έχει σταθεί απέναντι στο ζήτημα αυτό με τρεις χαρακτηριστικές στάσεις :

1. Με νομοθετήματα που κατ΄ επανάληψη «νομιμοποιούσαν» γενιά με γενιά τα αυθαί-ρετα
2. Με σοβαρές θεσμικές νομοθετικές παρεμβάσεις που όμως, αφενός στερούνταν της ολοκλήρωσής τους (εκκρεμούν διαρκώς τα ΠΔ που οι νόμοι επικαλούνται για την πλήρη και λεπτομερή εφαρμογή τους) αφετέρου, η έλλειψη της επαρκούς Τεχνικής στελέχωσης της Δημόσιας Διοίκησης (που η επίκλησή της δίνει διαρκώς το «άλλοθι» να μετατίθενται οι ευθύνες από την Πολιτεία στους πολίτες (είτε είναι οι ιδιώτες είτε είναι οι μηχα-νικοί ελεύθεροι επαγγελματίες).
3. Με έλλειψη για χρόνια ενός Εθνικού Χωροταξικού Σχεδιασμού με όλα τα υποκείμε-να Πολεοδομικά εργαλεία καθώς και ενός εν πλήρη λειτουργία Εθνικού Κτηματολογίου και Δασολογίου, που θα έδινε τη δυνατότητα στην εκάστοτε Πολιτεία να χαράσσει μία «Πολι-τική Γης» που θα ικανοποιούσε διαχρονικά και ελεγχόμενα όλες τις οικιστικές κοινωνι-κές ανάγκες, και μάλιστα, με μία Οικονομία κλίμακας που αφενός, θα έδινε τη δυνατό-τητα στις κοινωνικές ομάδες χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων να ικανοποιήσουν με ικα-νή οικονομική δυνατότητα αλλά και αξιοπρέπεια ακολουθίας της νομιμότητας, αφετέρου, θα περιόριζε σε σημαντικό βαθμό την «αισχρή κερδοσκοπία και εκμετάλλευση» στο «χρημα-τιστήριο γης».

Με τα τρία αυτά χαρακτηριστικά μίας διαρκούς πολιτικής θέσης και πράξης, η Πολιτεία διαχρονικά κερδοσκοπεί χωρίς «αιδώ» τόσο οικονομικά όσο και ψηφοθηρικά.
Κατά συνέπεια, πριν εξετάσουμε την όποια «ιδιαιτερότητα» ειδικών ή επιμέρους θεμάτων αυθαίρετης δόμησης μέσα στο λεγόμενο «κέλυφος» ενός δομήματος θα πρέπει, με την επίκληση τήρησης της Συνταγματικής νομιμότητας βάσει του άρθρου 24 (προστασία του Περιβάλλοντος) να συμφωνήσουμε (και η Πολιτεία να εφαρμόσει απαρέγκλιτα) δύο ζητήματα:

1. τον ΠΛΗΡΗ ΕΛΕΓΧΟ ΤΩΝ ΔΟΜΗΜΑΤΩΝ, τόσο κατά την φάση της κατασκευής (2 έλεγχοι, με το πέρας των χτισιμάτων και με την παράδοση-ηλεκτροδότηση από μικτά κλιμάκια ΔΥ μηχανικών και ορκωτών ελεγκτών μηχανικών από το Τ.Ε.Ε.) όσο και στη φάση της λειτουργίας του (ανά τακτά χρονικά διαστήματα και πάντα σε κάθε επερχόμενη Πολεοδομική ή Ιδιοκτησιακή μεταβολή, με αντίστοιχες επιτροπές ελέγχου).
Η εξέταση δε του ζητήματος «υποχρεωτικής ασφάλισης των δομημάτων» μπορεί να διευκολύ-νει την συγκρότηση της ελεγκτικής διαδικασίας.
2. Την θεσμοθέτηση του «Μητρώου Κατασκευαστών Ιδιωτικών Έργων (ΜΗ.Κ.Ι.Ε.) με την σαφή οριοθέτηση των ρόλων και τον επιμερισμό των ευθυνών όλων των εμπλεκομένων και τη θέσπιση του λεγόμενου «Πράσινου Κουτιού», της ταυτότη-τας του δομήματος που από την μελέτη μέχρι την μελλοντική του κατεδάφιση θα αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της ύπαρξης, λειτουργίας και συντήρησής του για κάθε Πολεοδομι-κή και Ιδιοκτησιακή μεταβολή του.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ
Για την εξέταση αντιμετώπισης «ειδικών θεμάτων αυθαίρετης δόμησης» θα πρέ-πει να συμφωνηθούν τα εξής:

1. Αρχιτεκτονικά εργαλεία χρήσιμα για την απόδοση βέλτιστης αισθητικής και λει-τουργικής λύσης στα δομήματα, ειδικά με χρήση κατοικία, δεν πρέπει με κανένα τρόπο να καταργηθούν ή να «φαλκιδευτούν», λόγω της αδυναμίας του Κράτους να ελέγξει αποτε-λεσματικά την «αλλαγή χρήσης» αυτών των Αρχιτεκτονικών τόπων (ημιυπαίθριοι χώροι).
Είναι απαραίτητο να διατηρηθεί το Αρχιτεκτονικό εργαλείο του ΗΜΧ. που στη χώ-ρα μας με τις γνωστές κλιματολογικές συνθήκες δίνει σημαντική λειτουργική δυνατότητα προσωρινής διαβίωσης αλλά,καιαισθητικής βελτίωσης του Αρχιτεκτονικού σχεδιασμού.
Είναι δε μέσα από την Λαϊκή Ελληνική Αρχιτεκτονική γνωστός ο νεοελληνικός ΗΜΧ. ως «χαγιάτι» στο ισόγειο και «ανώι» στον όροφο, αυτός που εξυπηρετούσε ακριβώς τις ίδιες αισθητικές και λειτουργικές ανάγκες.
Είναι απαραίτητο να διατηρηθεί ο κλειστός χώρος στάθμευσης χωρίς να προσμε-τράται στον Συντελεστή Δόμησης (ΣΔ). Και τούτο, διότι ο περιορισμός εξαγοράς αφενός των ελάχιστων απαιτούμενων από το νόμο θέσεων στάθμευσης και η άμεση ανάγκη αντιμε-τώπισης του σύγχρονου διογκούμενου προβλήματος της στάθμευσης, ειδικά στα αστικά κέ-ντρα, σε συνδυασμό με τις κοινωνικές ανάγκες στέγασης, δεν θα οδηγεί τον πολίτη στην απομείωση των ωφέλιμων τετραγωνικών μέτρων για χρήση στάθμευσης.

2. Δεν μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε «ρύθμιση» για τους αυθαίρετους «ειδικούς χώρους» κατά τρόπο τέτοιο που, να διαχωρίζονται οι πολίτες σε «έξυπνους» όσοι αυθαι-ρέτησαν και «λιγότερο έξυπνους» όσοι νόμιμα χρησιμοποίησαν τα παραπάνω αρχιτεκτονικά εργαλεία. Η όποια ρύθμιση θα πρέπει να τηρεί την Συνταγματική επιταγή του άρθρου 4 (Ισότητα των Ελλήνων).

3. Δεν μπορεί η όποια ρύθμιση να αποτελεί άλλο ένα «οικονομικό γιουρούσι» του Κράτους που επιδιώκει «έσοδα» απέναντι στους πολίτες, ειδικά αυτήν την κρίσιμη οικο-νομικά για όλους περίοδο. Θα πρέπει δε η οικονομική προσέγγιση να είναι με κανόνα δι-καίου και όχι ισοπεδωτική. Και επειδή, από αυτούς τους «ειδικούς χώρους» το Κράτος ήδη έχει εισπράξει έσοδα παρακάμπτοντας την Πολεοδομική αυθαιρεσία (μέσω της Οικονο-μικής Εφορίας και μέσω του ΙΚΑ), η τυχόν οικονομική εισφορά που θα ζητηθεί από το Κράτος θα πρέπει να είναι από μηδενική έως ελάχιστη και με βάση έναν Αντικειμενικό προσδιορισμό.

Αποδεχόμενη τα παραπάνω, και προχωρώντας άμεσα στην θεσμοθέτηση και εφαρμο-γή τους, η Πολιτεία μπορεί να προχωρήσει στην εξής διαδικασία αντιμετώπισης των «ει-δικών χώρων αυθαίρετης δόμησης εντός του κελύφους του δομήματος και μη υπερβαίνουσας την μέγιστη επιτρεπόμενη κάλυψη και το ύψος, όπως αυτά ορίζονται από τον ΓΟΚ (δηλ. για ΗΜΧ, Κλειστούς Χώρους Στάθμευσης, Μεσοπατώματα, Χώροι κάτω των στεγών με την προϋπόθεση το τελικό ύψος της στέγης να μην υπερβαίνει το οριζόμενο ως μέγιστο επιτρεπόμενο)» ΣΕ 2 ΣΤΑΔΙΑ:

1ο στάδιο:
Ακολουθείται η διαδικασία «προσωρινής εξαίρεσης από την κατεδάφιση» με απαραίτητα στοιχεία του φακέλου – πέραν όσων προβλέπονται- τα εξής:
• Στατική μελέτη επάρκειας μετά των απαιτούμενων ελέγχων κατόπιν αυτοψίας
• Έγκριση από την ΕΠΑΕ
• Προσδιορισμός και κατάθεση παραβόλου ελάχιστης αμοιβής μηχανικού, σύμφωνα με τα νέα οριζόμενα όρια από το Τ.Ε.Ε.
• Προσδιορισμός παραβόλου (ποσοστό επί της Αντικειμενικής Αξίας) προς τον οικείο ΟΤΑ ανέγερσης (εφάπαξ) και διατήρησης (ετησίως) σε ειδικό ταμείο ανταποδοτικό αποκλειστικά για «έργα Περιβάλλοντος» της περιοχής που ανήκει το ακίνητο.

2ο στάδιο :
«Νομιμοποίηση» των χώρων αυτών, και για τους ΗΜΧ μόνο στο «επιτρεπόμενο από το νόμο ποσοστό (20% επί της δόμησης για ΗΜΧ.) μέσα από τα νόμιμα Πολεοδομικά Εργα-λεία που παρέχει ο Οικιστικός Νόμος 2508/97 (πρ. Ν.1337/83) τα οποία ΑΜΕΣΑ η Πολιτεία πρέπει να ολοκληρώσει την εφαρμογή τους με την θέσπιση των απαιτούμενων ΠΔ. για παράδειγμα, την «μεταφορά ΣΔ», τον «Κοινωνικό Συντελεστή» με τις Ζώνες Κοινωνικού Συντελεστή (ΖΚΣ) (άρθρο 8 παρ. 6 Ν1337/83, άρθρο 18 παρ. 4 Ν2508/97), και τις «Ειδικές Ενισχύσεις» με τις «Ζώνες Ειδικών Ενισχύσεων (ΖΕΕ) (άρθρα 2(παρ. 2) & 11 Ν1337/83 και άρθρο 22Ν2508/97.

Τα παραπάνω, μπορούν όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες να τα αξιοποιήσουν και εκεί-νοι που σήμερα δεν αυθαιρέτησαν.

Η «νομιμοποίηση» μέσω της «έκδοσης οικοδομικής άδειας» όπως ο νόμος προβλέπει θα έχει τις προϋποθέσεις σύνταξης πλήρους φακέλου μελετών και προσδιορισμού αμοιβών μελετών (για επιβλέψεις μπορεί να είναι η αμοιβή αποτύπωσης) όπως το Τ.Ε.Ε. πλέον ορίζει, καθώς και των φορολογικών και κρατήσεων υπέρ τρίτων που προβλέπονται.

Όλες οι παραπάνω μεταβολές ΣΔ στο οικόπεδο συνοδεύουν ΜΟΝΟ το υφιστάμενο δόμημα, και μετά την κατεδάφισή του ο ΣΔ του οικοπέδου παραμένει αυτός που ορίζεται από την Πολεοδομική Μελέτη.

Επισημαίνεται ότι, τα προαναφερθέντα Πολεοδομικά εργαλεία είναι απαραίτητα να λειτουργήσουν και για έναν ακόμη πιο σημαντικό σκοπό: την εφαρμογή των Πολεοδομικών Σχεδίων ειδικά στα ζητήματα των δεσμευμένων για κοινόχρηστους και κοινωφελείς σκοπούς οικοπέδων, που για λόγους οικονομικής αδυναμίας ή και αδιαφορίας των ΟΤΑ μέσω δικαστικής οδού αποχαρακτηρίζονται.